To άγαλμα του Τράουτμαν στο μουσείο της Μάντσεστερ Σίτυ |
Ο Bernhard Carl Trautmann, πιο γνωστός ως Bert Trautmann, γεννήθηκε στη Βρέμη της Γερμανίας στις 22 Οκτωβρίου του 1923. Όταν ξεκίνησε ο 2ος Παγκόσμιος Πόλεμος ήταν μόλις 16 χρονών, αλλά στη διάρκεια του πολέμου πρόλαβε να ενηλικιωθεί και να υπηρετήσει ως αλεξιπτωτιστής στη Luftwaffe. Θα πολεμήσει στο Ανατολικό Μέτωπο, θα κερδίσει πέντε τιμητικές διακρίσεις και για τη δράση του στη μάχη του Άρνεμ θα τιμηθεί με το ανώτερο παράσημο του γερμανικού στρατού, τον «Σιδηρούν Σταυρό πρώτης τάξεως». Στη συνέχεια θα ξεκινήσει για τον Τράουτμαν μια σχεδόν κινηματογραφική περιπέτεια. Θα συλληφθεί αιχμάλωτος από τους σοβιετικούς και θα αποδράσει. Ύστερα από λίγο θα τον πιάσουν οι γάλλοι παρτιζάνοι, αλλά θα αποδράσει για δεύτερη φορά. Οι αμερικανοί είναι οι τρίτοι που τον συλλαμβάνουν και οι τρίτοι από τους οποίους καταφέρνει να αποδράσει. Στο τέλος θα βρεθεί για τέταρτη φορά αιχμάλωτος και θα κρατηθεί σε στρατόπεδο αιχμαλώτων του βρετανικού στρατού στο Άστον της Αγγλίας. Εκεί θα παίξει για πρώτη φορά στη ζωή του ποδόσφαιρο. Διακρίνεται σαν αριστερό εξτρέμ στους αγώνες που γίνονται στο στρατόπεδο «POW Camp 50» μέχρι που ένας μικροτραυματισμός του προκαλεί ενοχλήσεις στο πόδι όταν πρέπει να τρέξει και τον κάνει να δοκιμάσει τη θέση του τερματοφύλακα. Αυτό ήταν αρκετό για να εκραγεί το ταλέντο του κάτω απ’ τα δοκάρια. Με τη λήξη της αιχμαλωσίας δεν θα επιστρέψει στην πατρίδα του, αλλά αντίθετα θα υπογράψει το πρώτο του επαγγελματικό συμβόλαιο σαν τερματοφύλακας της τοπικής St. Helens Town.
Η μεγάλη ώθηση στην καριέρα του όμως δίνεται στα 1949, όταν τον ανακαλύπτουν οι άνθρωποι της Μάντσεστερ Σίτυ και τον φέρνουν στο Maine Road για να αγωνιστεί σε έναν από τους μεγαλύτερους συλλόγους της Αγγλίας. Ο Τράουτμαν προορίζεται για διάδοχος του Frank Swift, αγαπημένου τερματοφύλακα των οπαδών της Σίτυ. Αυτό, αλλά πολύ περισσότερο το γεγονός πως ο Τράουτμαν όχι μόνο είναι γερμανός, αλλά έχει συμμετάσχει ενεργά στο πόλεμο του οποίου οι αναμνήσεις είναι και πολύ πρόσφατες και πολύ έντονες και φυσικά πολύ δυσάρεστες για τους βρετανούς, κάνουν τα γραφεία της ομάδας του Μάντσεστερ να κατακλειστούν κυριολεκτικά από επιστολές οπαδών της ομάδας, αλλά και γενικώς άγγλων ποδοσφαιρόφιλων, που ζητούν την απομάκρυνση του Τράουτμαν από αυτήν. Προφανώς το κλίμα είναι εξαιρετικά αρνητικό γι αυτόν, αλλά όπως κι ίδιος είπε αργότερα «όλα αυτά του φαίνονταν ασήμαντα μπροστά σε ό,τι είχε περάσει τα αμέσως προηγούμενα χρόνια στη ζωή του». Τελικά το ντεμπούτο θα γίνει σε αγώνα της Μάντσεστερ Σίτυ στο Λονδίνο, εναντίον της Φούλαμ και οι αρχικές αποδοκιμασίες θα μεταστραφούν με τη λήξη του ματς σε χειροκροτήματα για τη σπουδαία του εμφάνιση. Τον επευφημούν και τον συγχαίρουν ακόμα και οι αντίπαλοι οπαδοί και ποδοσφαιριστές. Είχε αρχίσει να γεννιέται ο μύθος του. Ο μύθος ενός από του σπουδαιότερους τερματοφύλακες του 20 αιώνα, δίπλα στον Γιασίν ή τον Θαμόρα.
Στην Σίτυ θα αγωνιστεί σχεδόν για μία αιωνιότητα... μέχρι το 1964, όπου σε ηλικία 41 ετών θα φύγει από την ομάδα για να περάσει στην Wellington Town με την οποία θα δώσει δύο μόλις παιχνίδια μέχρι να αποσυρθεί οριστικά από την ενεργό δράση.
Μεγαλύτερη στιγμή στην καριέρα του παραμένει πάντως ο τελικός Κυπέλλου Αγγλίας του 1956, όταν και αγωνίστηκε για τα τελευταία 15’ του αγώνα με σπασμένο πόδι συμβάλλοντας καθοριστικά στη νίκη της Μάντσεστερ Σίτυ επί της Μπέρμινχαμ με 3-1 και κατακτώντας το πολύτιμο τρόπαιο. Υπήρξε αυτός ο τελικός η απόλυτη καταξίωση του Μπερτ Τράουτμαν στη συνείδηση των φιλάθλων. Δυστυχώς λίγους μήνες μετά θα χάσει σε αυτοκινητιστικό δυστύχημα τον μεγαλύτερο από τους τρεις γιους του, τον Τζον, σε ηλικία μόλις πέντε ετών.
Στον αποχαιρετιστήριο αγώνα προς τιμή του βρέθηκαν 60 χιλιάδες θεατές που τον αποθέωσαν, ενώ ακόμα και σήμερα κυκλοφορεί στο Μάντσεστερ ένα περιοδικό των φιλάθλων της Σίτυ με τίτλο: «Trautmann elmet»
Μετά το τέλος της καριέρας του σαν ποδοσφαιριστής ασχολήθηκε με την προπονητική, υπήρξε μέλος της ομάδας τεχνικών της γερμανικής ομοσπονδίας, αλλά συνεχίζοντας την πολυταξιδεμένη και περιπετειώδη ζωή διατέλεσε επίσης προπονητής των εθνικών ομάδων της Λιβερίας, της Τανζανίας και του Πακιστάν, ενώ προπόνησε και ομάδες μικρών επαγγελματικών και ερασιτεχνικών κατηγοριών στην Αγγλία και τη Γερμανία.
Σήμερα πλησιάζει τα 90 του και παραμένει πάντα ακμαίος. Ζει με την τρίτη του σύζυγο ανάμεσα στη Βαλένθια της Ισπανίας και στην κοιλάδα του Ρήνου, ενώ ασχολείται ενεργά με το Ίδρυμα Τράουτμαν που ίδρυσε ο ίδιος για την προώθηση της γερμανοαγγλικής φιλίας μέσω του ποδοσφαίρου.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου